ΤΙΤΛΟΣ I:ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ, ΟΡΓΑΝΑ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΟΜΑΔΕΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1:ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ
Άρθρο 9:Διαδικασίες σχετικά με την ασυλία
1.Κάθε αίτημα το οποίο απευθύνεται στον Πρόεδρο από αρμόδια αρχή κράτους μέλους ή από τον ευρωπαίο γενικό εισαγγελέα με σκοπό την άρση της ασυλίας ενός βουλευτή, ή από βουλευτή ή πρώην βουλευτή με σκοπό την προάσπιση των προνομίων και της ασυλίας, ανακοινώνεται στην Ολομέλεια και παραπέμπεται στην αρμόδια επιτροπή.
2.Με τη σύμφωνη γνώμη του ενδιαφερόμενου βουλευτή ή πρώην βουλευτή,το αίτημα μπορεί να υποβάλλεται από άλλο βουλευτή, στον οποίο μπορεί να επιτραπεί να εκπροσωπεί τον ενδιαφερόμενο βουλευτή ή πρώην βουλευτή σε όλα τα στάδια της διαδικασίας.
Ο βουλευτής που εκπροσωπεί τον ενδιαφερόμενο βουλευτή ή πρώην βουλευτή δεν συμμετέχει στη λήψη των αποφάσεων της επιτροπής.
3.Η επιτροπή εξετάζει χωρίς καθυστέρηση, αλλά λαμβάνοντας υπόψη την σχετική περιπλοκότητά τους, τα αιτήματα για άρση της ασυλίας ή τα αιτήματα για προάσπιση των προνομίων και της ασυλίας.
4.Η επιτροπή καταρτίζει πρόταση αιτιολογημένης απόφασης που περιορίζεται σε σύσταση για την έγκριση ή την απόρριψη του αιτήματος άρσης της ασυλίας ή προάσπισης των προνομίων και της ασυλίας. Τροπολογίες δεν γίνονται δεκτές. Σε περίπτωση απόρριψης μιας πρότασης, θεωρείται εγκριθείσα η αντίθετη απόφαση.
5.Η επιτροπή μπορεί να ζητήσει από την αρχή του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους ή, κατά περίπτωση, από τον ευρωπαίο γενικό εισαγγελέα να της παράσχει οποιαδήποτε πληροφορία ή επεξήγηση θεωρεί αναγκαία προκειμένου να σχηματίσει γνώμη για το εάν η ασυλία πρέπει να αρθεί ή να προασπισθεί.
6.Ο ενδιαφερόμενος βουλευτής πρέπει να έχει την ευκαιρία να εκφράσει την άποψή του και μπορεί να προσκομίσει οποιαδήποτε έγγραφα ή άλλα γραπτά στοιχεία θεωρεί χρήσιμα.
Ο ενδιαφερόμενος βουλευτής δεν παρίσταται στις συζητήσεις σχετικά με το αίτημα άρσης ή υπεράσπισης της ασυλίας του, παρά μόνο στην ίδια την ακρόαση.
Ο πρόεδρος της επιτροπής καλεί τον βουλευτή σε ακρόαση, προσδιορίζοντας την ημερομηνία και την ώρα αυτής. Ο ενδιαφερόμενος βουλευτής δύναται να παραιτηθεί του δικαιώματος ακρόασης.
Εάν ο ενδιαφερόμενος βουλευτής δεν παραστεί στην ακρόαση σύμφωνα με την εν λόγω πρόσκληση, λογίζεται ότι παραιτήθηκε του δικαιώματος ακρόασης, εκτός εάν ζητήσει να μη συμμετάσχει στην ακρόαση κατά την προτεινόμενη ημερομηνία και ώρα, έχοντας αιτιολογήσει την απουσία του. Ο πρόεδρος της επιτροπής αποφασίζει εάν θα κάνει δεκτό το ως άνω αίτημα, λαμβάνοντας υπόψη τους εκτιθέμενους λόγους· ο ενδιαφερόμενος βουλευτής δεν δύναται να προσφύγει κατά της απόφασης του προέδρου.
Εάν ο πρόεδρος της επιτροπής δεχθεί το αίτημα, καλεί τον ενδιαφερόμενο βουλευτή σε ακρόαση σε νέα ημερομηνία και ώρα. Εάν ο ενδιαφερόμενος βουλευτής αγνοήσει τη δεύτερη πρόσκληση σε ακρόαση, η διαδικασία συνεχίζεται χωρίς να έχει ακουσθεί ο βουλευτής. Στην περίπτωση αυτή, δεν γίνονται δεκτά περαιτέρω αιτήματα ακρόασης ή μη συμμετοχής σε αυτή.
Το άρθρο 222 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο δεν εμποδίζει την αρμόδια επιτροπή να επιτρέψει την εξ αποστάσεως συμμετοχή του ενδιαφερόμενου βουλευτή σε ακρόαση κεκλεισμένων των θυρών με θέμα την άρση ασυλίας, σύμφωνα με τις αρχές που ορίζει η επιτροπή δυνάμει του άρθρου 9 παράγραφος 13, εάν ο εν λόγω βουλευτής αδυνατεί, λόγω εξαιρετικών και αντικειμενικών περιστάσεων, να έχει φυσική παρουσία στη συνεδρίαση.
7.Όταν το αίτημα ζητεί την άρση ή την υπεράσπιση της ασυλίας για διαφόρους λόγους, ο κάθε ένας από αυτούς μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο ξεχωριστής απόφασης. Η έκθεση της επιτροπής μπορεί, κατ’ εξαίρεση, να προτείνει την άρση ή την υπεράσπιση της ασυλίας μόνο για τις ποινικές διώξεις ενώ, μέχρις ότου εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση, ο βουλευτής έχει ασυλία από κάθε μορφή σύλληψης ή κράτησης ή οποιοδήποτε άλλο μέτρο τον παρεμποδίζει στην άσκηση των καθηκόντων που προβλέπει η εντολή του.
8.Η επιτροπή μπορεί να διατυπώσει αιτιολογημένη γνώμη σχετικά με την αρμοδιότητα της αρχής του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, ή κατά περίπτωση, του ευρωπαίου γενικού εισαγγελέα και σχετικά με το παραδεκτό του αιτήματος, αλλά δεν αποφαίνεται σε καμία περίπτωση για την ενοχή ή μη βουλευτών ούτε για το σκόπιμο ή μη της ποινικής δίωξης για την έκφραση γνώμης ή τις πράξεις που τους καταλογίζονται, ακόμη και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η εξέταση του αιτήματος παρέχει στην επιτροπή εμπεριστατωμένες πληροφορίες για την υπόθεση.
9.Η πρόταση απόφασης της επιτροπής εγγράφεται αυτοδικαίως στην ημερήσια διάταξη της πρώτης συνεδρίασης μετά την κατάθεσή της. Δεν επιτρέπεται να κατατεθεί οποιαδήποτε τροπολογία στην πρόταση αυτή.
Η συζήτηση περιορίζεται μόνο στους υπέρ και κατά λόγους για κάθε μία από τις προτάσεις άρσης ή διατήρησης της ασυλίας ή προάσπισης προνομίου ή ασυλίας.
Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 180, ο βουλευτής του οποίου τα προνόμια ή τις ασυλίες αφορά η υπόθεση δεν μπορεί να λάβει μέρος στη συζήτηση.
Η πρόταση ή οι προτάσεις απόφασης που περιέχονται στην έκθεση τίθενται σε ψηφοφορία κατά τη διάρκεια της πρώτης ώρας των ψηφοφοριών μετά τη συζήτηση.
Μετά από εξέταση του ζητήματος από το Κοινοβούλιο, διεξάγεται ξεχωριστή ψηφοφορία επί καθεμιάς από τις προτάσεις που περιλαμβάνει η έκθεση. Σε περίπτωση απόρριψης μιας πρότασης, θεωρείται εγκριθείσα η αντίθετη απόφαση.
10.Ο Πρόεδρος ανακοινώνει αμέσως την απόφαση του Κοινοβουλίου στον ενδιαφερόμενο βουλευτή και την αρμόδια αρχή του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους ή, κατά περίπτωση, στον ευρωπαίο γενικό εισαγγελέα, ζητώντας να ενημερώνεται προσωπικώς σχετικά με οιεσδήποτε εξελίξεις και οιεσδήποτε σχετικές δικαστικές αποφάσεις στο πλαίσιο της σχετικής διαδικασίας. Μόλις ο Πρόεδρος λάβει τις πληροφορίες αυτές, τις κοινοποιεί στο Κοινοβούλιο με τον τρόπο που θεωρεί προσφορότερο, εν ανάγκη ύστερα από διαβούλευση με την αρμόδια επιτροπή.
11.Η επιτροπή εξετάζει αυτά τα ζητήματα και χειρίζεται τα όποια έγγραφα λάβει με τη μεγαλύτερη δυνατή εμπιστευτικότητα. Η επιτροπή εξετάζει πάντα κεκλεισμένων των θυρών τις αιτήσεις που υπόκεινται στις διαδικασίες τις σχετικές με την ασυλία.
12.Το Κοινοβούλιο εξετάζει μόνο αιτήματα για την άρση της ασυλίας βουλευτή τα οποία του έχουν διαβιβαστεί από τις δικαστικές αρχές ή από τις Μόνιμες Αντιπροσωπείες των κρατών μελών ή, κατά περίπτωση, από τον ευρωπαίο γενικό εισαγγελέα.
13.Η επιτροπή ορίζει τις αρχές για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
14.Οποιοδήποτε αίτημα εκ μέρους αρμόδιας αρχής ενός κράτους μέλους ή, κατά περίπτωση, του ευρωπαίου γενικού εισαγγελέα, για παροχή πληροφοριών ως προς το πεδίο εφαρμογής των προνομίων ή ασυλιών των βουλευτών διεκπεραιώνεται σύμφωνα με τους ανωτέρω κανόνες.