Ϸվ

Χημικά προϊόντα και φυτοφάρμακα

Η νομοθεσία της ΕΕ για τα χημικά προϊόντα και τα φυτοφάρμακα έχει ως στόχο να προστατεύσει την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον, καθώς και να αποτρέψει τη δημιουργία φραγμών στο εμπόριο. Αποτελείται από κανόνες για τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση ειδικών κατηγοριών χημικών προϊόντων, δέσμη εναρμονισμένων περιορισμών για τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση επικίνδυνων ουσιών, καθώς και από πρωτόκολλα για την αντιμετώπιση σοβαρών ατυχημάτων που σχετίζονται με επικίνδυνες ουσίες και τις εξαγωγές των ουσιών αυτών. Τα δύο σημαντικότερα επιτεύγματα σε επίπεδο ΕΕ είναι ο κανονισμός CLP και ο κανονισμός REACH. Στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας και ιδίως της στρατηγικής για τη βιωσιμότητα των χημικών προϊόντων, της στρατηγικής «από το αγρόκτημα στο πιάτο» και της στρατηγικής για τη βιοποικιλότητα, η νομοθεσία της ΕΕ βρίσκεται επί του παρόντος σε διαδικασία αναθεώρησης.

Νομική βάση

Άρθρα 191 έως 193 της .

Στόχοι και επιτεύγματα

A. Καταχώριση, αξιολόγηση, αδειοδότηση και περιορισμοί των χημικών προϊόντων

Ο κανονισμός (EK) 1907/2006 για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (), ο οποίος τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιουνίου 2007, θέσπισε νέο νομικό πλαίσιο για τη ρύθμιση της ανάπτυξης και δοκιμής, της παραγωγής, της διάθεσης στην αγορά και της χρήσης των χημικών προϊόντων και αντικατέστησε περίπου 40 προηγούμενες νομοθετικές πράξεις. Ο κανονισμός REACH καθιέρωσε ενιαίο σύστημα για όλα τα χημικά προϊόντα και μετέφερε το βάρος της απόδειξης για την αξιολόγηση των κινδύνων των ουσιών από τις δημόσιες αρχές στις εταιρείες. Επιπροσθέτως, ζητούσε την υποκατάσταση των πιο επικίνδυνων χημικών προϊόντων από κατάλληλες εναλλακτικές λύσεις. Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Χημικών Προϊόντων (ECHA), που δημιουργήθηκε δυνάμει αυτού του κανονισμού και εδρεύει στο Ελσίνκι, είναι αρμόδιος για τη διαχείριση των τεχνικών, επιστημονικών και διοικητικών πτυχών του REACH και για τη διασφάλιση της συνεκτικότητας κατά την εφαρμογή του.

Ο κανονισμός REACH επανεξετάστηκε στη συνέχεια από την Επιτροπή το 2013 και το 2017. Η πρώτη επανεξέταση κατέληξε στο συμπέρασμα ότι θα μπορούσε να σημειωθεί πρόοδος όσον αφορά τη μείωση του οικονομικού και διοικητικού φόρτου για τη βιομηχανία και την εξεύρεση εναλλακτικών μεθόδων αντί των δοκιμών σε ζώα. Η δεύτερη αναθεώρηση συμπέρανε ότι ο REACH ήταν γενικά αποτελεσματικός αλλά εντοπίστηκαν δυνατότητες για περαιτέρω βελτίωση κάτι που μπορεί να επιτευχθεί με την υλοποίηση των δράσεων που περιγράφονται στην . Οι δράσεις αυτές θα πρέπει να υλοποιηθούν σύμφωνα με την ανανεωμένη στρατηγική βιομηχανικής πολιτικής της ΕΕ, το σχέδιο δράσης για την κυκλική οικονομία και το 7ο πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον. Από τον Ιούνιο του 2018, οι βιομηχανίες πρέπει να καταχωρίζουν όλες τις ουσίες που παράγονται ή εισάγονται σε ποσότητες 1-100 τόνων/έτος.

Η Επιτροπή δημοσίευσε μια νέα στις 14 Οκτωβρίου 2020, στο πλαίσιο της φιλοδοξίας της ΕΕ για μηδενική ρύπανση, που αποτελεί βασική δέσμευση της . Η στρατηγική περιλαμβάνει αναθεώρηση του κανονισμού REACH, που απαγορεύει τη χρήση των πλέον επιβλαβών χημικών ουσιών σε καταναλωτικά προϊόντα, όπως παιχνίδια, προϊόντα παιδικής φροντίδας, καλλυντικά, απορρυπαντικά, υλικά που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα και κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα, εκτός εάν αποδειχθεί ότι είναι ουσιαστικής σημασίας για την κοινωνία, και διασφαλίζει ότι όλες οι χημικές ουσίες χρησιμοποιούνται με γνώμονα τη μεγαλύτερη ασφάλεια και τη βιωσιμότητα.

Στις 20 Ιανουαρίου 2022 η Επιτροπή εγκαινίασε μια δημόσια διαβούλευση σχετικά με την αναθεώρηση του κανονισμού REACH.

B. Ταξινόμηση, συσκευασία και επισήμανση

Ο για την ταξινόμηση, την επισήμανση και τη συσκευασία των ουσιών και των μειγμάτων (CLP), αποσκοπούσε στο να ευθυγραμμίσει το σύστημα της ΕΕ με το Παγκόσμια Εναρμονισμένο Σύστημα των Ηνωμένων Εθνών (Globally Harmonised System — GHS) και για να ενισχύσει τα επίπεδα προστασίας της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος. Οι παλαιότερες οδηγίες για τις επικίνδυνες ουσίες και τα μείγματα καταργήθηκαν τον Ιούνιο του2015.

Στις 19 Δεκεμβρίου 2022, η Επιτροπή πρότεινε , εστιάζοντας στην κοινοποίηση κινδύνων, στις διαδικτυακές πωλήσεις και στις κοινοποιήσεις στα κέντρα δηλητηριάσεων. Μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εγκρίθηκε στις 31 Μαρτίου 2023, [] καθόρισε τις τάξεις κινδύνου, συμπεριλαμβανομένων των ενδοκρινικών διαταρακτών.Στις 5 Δεκεμβρίου 2023 επιτεύχθηκε προσωρινή συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την . Παράλληλα με τη βελτίωση της λειτουργίας της αγοράς της ΕΕ όσον αφορά τα προϊόντα που περιέχουν επικίνδυνες χημικές ουσίες, τα νέα μέτρα θα προστατεύσουν καλύτερα τους καταναλωτές, τους εργαζομένους και το περιβάλλον. Το αναθεωρημένο κείμενο θα επιταχύνει επίσης τον προσδιορισμό των επικίνδυνων ουσιών και μειγμάτων σε επίπεδο ΕΕ.

C. Εξαγωγές και εισαγωγές επικίνδυνων ουσιών

Οι κανόνες της ΕΕ σχετικά με τις εξαγωγές και εισαγωγές επικίνδυνων χημικών προϊόντων καθορίστηκαν στον , ο οποίος αποσκοπούσε στην προώθηση του επιμερισμού των ευθυνών και των συλλογικών προσπαθειών στο διεθνές εμπόριο επικίνδυνων χημικών προϊόντων και στην εφαρμογή της σύμβασης του Ρότερνταμ σχετικά με τη διαδικασία συναίνεσης μετά από ενημέρωση (ΣΜΕ) όσον αφορά ορισμένα επικίνδυνα χημικά προϊόντα και φυτοφάρμακα στο διεθνές εμπόριο. Η διαδικασία ΣΜΕ συνίσταται στην ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τα τοξικά χημικά προϊόντα και στην αναμονή της ρητής συναίνεσης μιας χώρας πριν από την εξαγωγή του εκάστοτε προϊόντος. Στις 25 Αυγούστου 2023, η Επιτροπή εξέδωσε τον κατ’εξουσιοδότηση για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ.649/2012, προσθέτοντας 35 επιπλέον επικίνδυνα χημικά προϊόντα στον κανονισμό ΣΜΕ της ΕΕ.

D. Σοβαρά ατυχήματα

Η οδηγία Seveso (82/501/ΕΟΚ) πήρε το όνομά της από μια πόλη της Ιταλίας η οποία ρυπάνθηκε από την έκλυση διοξινών λόγω ατυχήματος σε κοντινές βιομηχανικές εγκαταστάσεις το 1976, και αποσκοπεί στην πρόληψη σοβαρών ατυχημάτων, όπως είναι οι πυρκαγιές και οι εκρήξεις, και στον περιορισμό των συνεπειών τους, σε περίπτωση που συμβούν, απαιτώντας εκθέσεις ασφαλείας, σχέδια έκτακτης ανάγκης και διάθεση πληροφοριών στο κοινό. Το 1996, η οδηγία SevesoII (96/82/ΕΚ) για την αντιμετώπιση των κινδύνων μεγάλων ατυχημάτων σχετιζόμενων με επικίνδυνες ουσίες εισήγαγε νέες προδιαγραφές για τα συστήματα διαχείρισης της ασφάλειας, τον σχεδιασμό έκτακτης ανάγκης και τον σχεδιασμό χρήσης της γης και ενίσχυσε τις διατάξεις σχετικά με τις επιθεωρήσεις που πραγματοποιούν τα κράτη μέλη. Λαμβάνοντας υπόψη σειρά σοβαρών βιομηχανικών ατυχημάτων, και βάσει μελετών για τους καρκινογόνους παράγοντες και τις επικίνδυνες για το περιβάλλον ουσίες, το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας Seveso II διευρύνθηκε με την οδηγία 2003/105/ΕΚ. Η εγκρίθηκε τον Ιούλιο του 2012. Η οδηγία λαμβάνει υπόψη τις νέες διεθνείς ταξινομήσεις ουσιών που συμφωνήθηκαν σε επίπεδο Ηνωμένων Εθνών, οι οποίες επιτρέπουν καλύτερη αξιολόγηση των κινδύνων και διαχείριση των ουσιών.

Τον Σεπτέμβριο του 2021, η Επιτροπή δημοσίευσε σχετικά με την εφαρμογή και την αποτελεσματική λειτουργία της οδηγίας Seveso III, από την οποία προκύπτει ότι, μεταξύ 2015 και 2018, ο αριθμός των μεγάλων βιομηχανικών ατυχημάτων στην ΕΕ σταθεροποιήθηκε σε χαμηλό επίπεδο: ήτοι 25 ετησίως για 12000 εγκαταστάσεις.

E. Ορθολογική χρήση των φυτοφαρμάκων

Με τον όρο «φυτοφάρμακα» νοούνται ουσίες που χρησιμοποιούνται για την καταπολέμηση, εξάλειψη και πρόληψη οργανισμών που θεωρούνται επιζήμιοι. Ο όρος περιλαμβάνει τόσο τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα (ΦΠΠ) που χρησιμοποιούνται σε φυτά στη γεωργία, την κηπευτική, στα πάρκα και σε κήπους, όσο και τα βιοκτόνα που χρησιμοποιούνται σε άλλες εφαρμογές, για παράδειγμα, ως απολυμαντικά ή για την προστασία υλικών. Το 2009 εγκρίθηκε δέσμη μέτρων για τα φυτοφάρμακα, η οποία αποτελείται από: την σχετικά με την ορθολογική χρήση των γεωργικών φαρμάκων (SUD), η οποία αποσκοπεί στη μείωση των κινδύνων για το περιβάλλον και την υγεία, με ταυτόχρονη διατήρηση της παραγωγικότητας των καλλιεργειών και βελτίωση των ελέγχων για τη χρήση και διανομή φυτοφαρμάκων· τον σχετικά με τη διάθεση ΦΠΠ στην αγορά· και τον σχετικά με τις στατιστικές για τα γεωργικά φάρμακα, ο οποίος θεσπίζει κανόνες για τη συλλογή πληροφοριών σχετικά με τις ετήσιες ποσότητες φυτοφαρμάκων που διατίθενται στην αγορά και χρησιμοποιούνται σε κάθε κράτος μέλος.

Η οδηγία SUD υποχρέωσε τα κράτη μέλη να θεσπίσουν εθνικά σχέδια δράσης (ΕΣΔ) προκειμένου να θέσουν ποσοτικούς στόχους, σκοπούς, μέτρα και χρονοδιαγράμματα ώστε να μειώσουν τους κινδύνους και τις συνέπειες από τη χρήση των φυτοφαρμάκων για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον. Μια έκθεση εφαρμογής σχετικά με την οδηγία SUD της 25ης Μαΐου 2020 έδειξε ότι λιγότερες από μία στις τρεις είχαν ολοκληρώσει την επανεξέταση των ΕΣΔ τους εντός της πενταετούς νόμιμης προθεσμίας (οι περισσότερες από τις οποίες δεν κατάφεραν να αντιμετωπίσουν τις αδυναμίες που εντόπισε η Επιτροπή στα αρχικά ΕΣΔ τους).

Από το 2015 έχει ανακύψει διχογνωμία σχετικά με την ανανέωση της έγκρισης της γλυφοσάτης – μιας από τις δραστικές ουσίες που απαντώνται συχνότερα σε ζιζανιοκτόνα ευρέος φάσματος στον κόσμο – ως αποτέλεσμα των της καρκινογένειάς της από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), την Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA) και τον ECHA. Η Επιτροπή ανανέωσε τελικά την έγκριση της γλυφοσάτης για πέντε χρόνια τον Δεκέμβριο του 2017 και, στις 19 Σεπτεμβρίου 2023, υπέβαλε για την παράταση της έγκρισης της γλυφοσάτης για άλλα δέκα χρόνια.

Στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας και ιδίως της στρατηγικής « » και της στρατηγικής για τη , η Επιτροπή θα λάβει μέτρα για τη μείωση κατά 50% της χρήσης και του κινδύνου των χημικών φυτοφαρμάκων έως το 2030. Για τον σκοπό αυτόν, στις 22 Ιουνίου 2022 η Επιτροπή αναθεώρησης της οδηγίας SUD και προώθησης μεγαλύτερης χρήσης εναλλακτικών τρόπων για την προστασία της συγκομιδής από επιβλαβείς οργανισμούς και ασθένειες. Ωστόσο, η απορρίφθηκε από το Κοινοβούλιο τον Νοέμβριο του 2023 και τον Φεβρουάριο του 2024 η Επιτροπή απέσυρε την πόταση ενόψει των προσπαθειών υπεράσπισης.

F. Βιοκτόνα προϊόντα

Τα βιοκτόνα προϊόντα, όπως τα αντιβακτηριακά απολυμαντικά και τα εντομοκτόνα, είναι απαραίτητα για την αντιμετώπιση επιβλαβών οργανισμών που επηρεάζουν την υγεία των ανθρώπων και των ζώων. Ωστόσο, μπορεί να ενέχουν κινδύνους για τον άνθρωπο, τα ζώα και το περιβάλλον. Ο στόχο έχει να απλοποιηθούν οι μηχανισμοί αδειοδότησης και να ενισχυθεί ο ρόλος του ECHA όσον αφορά την επανεξέταση των φακέλων έγκρισης με βάση αυστηρότερες προδιαγραφές. Αυτό θεσπίζει ελέγχους για τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση των βιοκτόνων, με στόχο την αντιμετώπιση των κινδύνων που συνδέονται με το περιβάλλον και την υγεία των ανθρώπων και των ζώων. Οι ουσίες αυτές επιτρέπονται μόνον εφόσον περιλαμβάνονται σε θετικό κατάλογο, ενώ η απαγόρευση ισχύει για τις πλέον τοξικές χημικές ουσίες. Σύμφωνα με την αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης, εάν μια ουσία εγκριθεί σε ένα κράτος μέλος, τότε μπορεί να χρησιμοποιείται σε ολόκληρη την ΕΕ. Ο ορίζει επιστημονικά κριτήρια για τον προσδιορισμό των ιδιοτήτων ενδοκρινικού διαταράκτη των βιοκτόνων, καθώς και τωνΦΠΠ.

G. Έμμονοι οργανικοί ρύποι (POP)

Οι POP αποτελούν χημικές ουσίες που διατηρούνται επί μακρόν στο περιβάλλον λόγω της υψηλής τους αντοχής στην κάθε είδους αποσύνθεση (χημική, βιολογικήκ.λπ.). Βιοσυσσωρεύονται μέσω της τροφικής αλυσίδας και μπορούν να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον. Αυτή η ομάδα ρύπων προτεραιότητας απαρτίζεται από φυτοφάρμακα (όπως το DDT), βιομηχανικά χημικά προϊόντα (όπως τα πολυχλωριωμένα διφαινύλια ή PCB) και ακούσια παραπροϊόντα βιομηχανικών διεργασιών (όπως διοξίνες και φουράνια). Η ΕΕ έχει δεσμευτεί σε διεθνές επίπεδο να ελέγχει τη διαχείριση, την εξαγωγή και την εισαγωγή των POP, δυνάμει του πρωτοκόλλου του Aarhus για τους POP (σε ισχύ από το 2003) και τη Σύμβαση της Στοκχόλμης για τους POP (σε ισχύ από το 2004). Η ΕΕ σημείωσε περαιτέρω πρόοδο με τον , ο οποίος συμπληρώνει την παλαιότερη νομοθεσία της ΕΕ για τους POP και την εναρμονίζει με τις διατάξεις των διεθνών συμφωνιών.

Ο αναδιατυπωμένος ενσωματώνει όλες τις τροποποιήσεις και τα διορθωτικά του κανονισμού POP έως τις 25 Ιουνίου 2019. Το όριο όσον αφορά τις «ακούσιες ιχνοποσότητες ρύπων» καθορίζεται στα 10mg/kg για τις ουσίες που εμφανίζονται στο παράρτημα I του κανονισμού. Το 2021 η Επιτροπή ενέκρινε την πόταση αναθεώρησης των παραρτημάτων IV και V του κανονισμού για τους έμμονους οργανικούς ρύπους, με στόχο την αντιμετώπιση των αρνητικών συνεπειών της παρουσίας ορισμένων ουσιών POP στα απόβλητα και στα υλικά που θα μπορούσαν να ανακτηθούν από αυτά. Κατά συνέπεια, η καλύτερη διαχείριση των αποβλήτων θα πρέπει επίσης να ελαχιστοποιεί τις εκπομπές POP στον αέρα, στα ύδατα και στο έδαφος.

H. Αμίαντος

Ο αμίαντος είναι ένα ορυκτό με ινώδη δομή, το οποίο είναι επικίνδυνο όταν εισπνέεται. Χρησιμοποιήθηκε ευρέως στο παρελθόν για μόνωση και άλλες χρήσεις, λόγω της αντοχής του στη φωτιά και τη θερμότητα. Με την οδηγία 1999/77/ΕΚ τέθηκε σε ισχύ η απαγόρευση της χρήσης αμιάντου στην ΕΕ από την 1η Ιανουαρίου 2005. Παράλληλα, η εξόρυξη, η παρασκευή και η επεξεργασία προϊόντων αμιάντου απαγορεύεται δυνάμει της οδηγίας 2003/18/ΕΚ, η οποία καταργήθηκε από την , η οποία επίσης ορίζει στρατηγικές για προγράμματα απομάκρυνσης του αμιάντου που πρέπει να εφαρμόσουν τα κράτη μέλη. Στις 28 Σεπτεμβρίου 2022 η Επιτροπή παρουσίασε μια ολοκληρωμένη προσέγγιση για την καλύτερη προστασία των ανθρώπων και του περιβάλλοντος από τον αμίαντο. Η δέσμη περιλαμβάνει και .

I. Απουπαντικά

Aπορρυπαντικό νοείται κάθε ουσία ή παρασκεύασμα που περιέχει σαπούνια και/ή άλλες επιφανειοδραστικές ουσίες και προορίζεται για διεργασίες πλύσης και καθαρισμού. Ο εναρμονίζει τους κανόνες για τη βιοδιασπασιμότητα των επιφανειοδραστικών ουσιών, τους περιορισμούς και τις απαγορεύσεις για τις επιφανειοδραστικές ουσίες, τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχουν οι παρασκευαστές και την επισήμανση των συστατικών των απορρυπαντικών. Ο κανονισμός αυτός τροποποιήθηκε το 2006 [κανονισμός (ΕΚ) 907/2006], το 2009 [κανονισμός (ΕΚ) 551/2009] και το 2012 [], προκειμένου να καθιερωθούν νέες δοκιμές βιοδιασπασιμότητας για να παρέχεται υψηλότερο επίπεδο προστασίας για το υδάτινο περιβάλλον. Επιπλέον, το πεδίο εφαρμογής των δοκιμών επεκτάθηκε ώστε να συμπεριλάβει όλες τις κατηγορίες επιφανειοδραστικών ουσιών. Στις 28 Απριλίου 2023, η Επιτροπή υπέβαλε για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ)648/2004. Όσον αφορά την επισήμανση, ο επίσης διευρύνει τους κανόνες με σκοπό να υποχρεούνται οι παρασκευαστές να γνωστοποιούν τον πλήρη κατάλογο των συστατικών στο ιατρικό προσωπικό το οποίο περιθάλπει ασθενείς που πάσχουν από αλλεργίες. Από την 30ή Ιουνίου 2013 απαγορεύεται η χρήση φωσφορικών αλάτων στα απορρυπαντικά και περιορίζεται η περιεκτικότητα άλλων φωσφορούχων συστατικών.

Ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Το Κοινοβούλιο διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο κατά την εκπόνηση του κανονισμού REACH. Διασφάλισε την εισαγωγή στοχοθετημένης προσέγγισης όσον αφορά τις απαιτήσεις περί δεδομένων για τις υφιστάμενες ουσίες που παράγονται σε μικρότερες ποσότητες (1-10τόνους), καθώς και της προσέγγισης «μια καταχώριση για κάθε ουσία» (OSOR), με σκοπό την ελαχιστοποίηση του κόστους. Το Κοινοβούλιο εξασφάλισε επίσης την υποχρέωση των εταιρειών να ανταλλάσσουν δεδομένα από δοκιμές που διεξάγονται σε ζώα, ώστε να περιορίζονται όσο το δυνατόν περισσότερο οι δοκιμές σε ζώα. Στο κεφάλαιο της αδειοδότησης, το Κοινοβούλιο ενέκρινε μια πιο σθεναρή προσέγγιση, βάσει της οποίας οποιαδήποτε ουσία προκαλεί πολύ μεγάλη ανησυχία μπορεί να αδειοδοτείται μόνον εφόσον δεν υπάρχουν κατάλληλες εναλλακτικές λύσεις ή τεχνολογίες.

Οι τροπολογίες του Κοινοβουλίου στη δέσμη μέτρων για τα φυτοφάρμακα εξασφάλισαν τη δημιουργία ζωνών προστασίας κατάλληλου μεγέθους για την προστασία των υδρόβιων οργανισμών, καθώς και τη θέσπιση μέτρων προστασίας για τις πλέον ευάλωτες ομάδες. Το 2013 το Κοινοβούλιο κάλεσε την Επιτροπή να λάβει δράση για την προστασία των μελισσών και ενέκρινε .

Η απόφαση του Κοινοβουλίου της 6ης Φεβρουαρίου 2018 σχετικά με τη συγκρότηση ειδικής επιτροπής για την ενωσιακή διαδικασία έγκρισης φυτοφαρμάκων (PEST) είναι μια απάντηση στους προβληματισμούς που εκφράζονται σχετικά με τον κίνδυνο που ενέχει η ζιζανιοκτόνος ουσία γλυφοσάτη.

Στις 16 Ιανουαρίου 2019 το Κοινοβούλιο ενέκρινε την έκθεση της ειδικής επιτροπής PEST, η οποία κατέληξε, μεταξύ άλλων, στα εξής συμπεράσματα: το κοινό πρέπει να έχει πρόσβαση στις μελέτες που χρησιμοποιούνται για τη διαδικασία έγκρισης· στο πλαίσιο της ΕΕ θα πρέπει να ενθαρρύνεται η καινοτομία και να προωθούνται τα φυτοφάρμακα χαμηλού κινδύνου· οι επιστημονικοί εμπειρογνώμονες θα πρέπει να επανεξετάσουν μελέτες σχετικά με την καρκινογόνο δράση της γλυφοσάτης· και οι απαιτήσεις όσον αφορά τα δεδομένα για ΦΠΠ θα πρέπει να περιλαμβάνουν τη μακροπρόθεσμη τοξικότητα.

Στις 10 Ιουλίου 2020, το Κοινοβούλιο ενέκρινε ψήφισμα στο οποίο περιγράφει τις προτεραιότητές του όσον αφορά την επικείμενη στρατηγική για τις χημικές ουσίες για την ανάπτυξη συνοχής και συνεργειών μεταξύ της νομοθεσίας για τα χημικά προϊόντα, της επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας και της σχετικής νομοθεσίας της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων της ειδικής και γενικής νομοθεσίας για τα προϊόντα, της νομοθεσίας για τα ύδατα, το έδαφος και τον αέρα, της νομοθεσίας για τις πηγές ρύπανσης, συμπεριλαμβανομένων των βιομηχανικών εγκαταστάσεων, και της νομοθεσίας για τα απόβλητα.

Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το θέμα αυτό, επισκεφθείτε τον ιστότοπο της Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων – ENVI·.

Georgios Amanatidis / Filip Karan